
«Το αποτελεσματικό Επιτελικό Κράτος είναι η μορφή κρατικής οργάνωσης που αντιστοιχεί στην εποχή των νέων κινδύνων. Δεν είναι το «ελάχιστο Κράτος» της νεοφιλελεύθερης αντίληψης, αλλά το στοχευμένα παρεμβατικό Κράτος που μπορεί να αναθέτει ρόλους, να κατανέμει πόρους και να συντονίζει τα διαφορετικά επίπεδα δημόσιας δράσης. «Επιτελικό» είναι το Κράτος που μπορεί να εγγυηθεί τη συνολική ανθεκτικότητα της κοινωνίας, της οικονομίας και του περιβάλλοντος έναντι των κρίσεων και της διαρκώς εντεινόμενης αβεβαιότητας»
Συνέντευξη στον Γιάννη Γιαννακόπουλο
Παρών δηλώνει ο πρώην Νομάρχης Μαγνησίας και πρώην υποψήφιος περιφερειάρχης, δημοσιολόγος – μέλος του ΑΣΕΠ Απόστολος Παπατόλιας στις αυτοδιοικητικές διαδρομές. Με συνέντευξή του στην έντυπη Larissanet ξεκαθαρίζει ωστόσο πως η πολιτική εκπροσώπηση δεν συναρτάται με τις πολιτικές επιδιώξεις, αλλά με τις κοινωνικές συνθήκες που την επιβάλλουν, αφήνοντας ουσιαστικά στην κρίση της τοπικής κοινωνίας τις εξελίξεις.
Ο Απόστολος Παπατόλιας μιλάει επίσης για το επιτελικό κράτος, στη θεωρία και την πράξη, αφού αυτό άλλωστε είναι το περιεχόμενο του νέου του βιβλίου που παρουσιάζεται σήμερα στη Λάρισα.
Η συνέντευξη του Απόστολου Παπατόλια έχει ως εξής:
Στις αστικές δημοκρατίες δυτικού τύπου, ο ρόλος του κράτους έχει έναν παρεμβατικό χαρακτήρα σε πολύ συγκεκριμένες πλευρές της δημόσιας ζωής. Ωστόσο η πανδημία ήρε το βασικό στάτους αυτής της αρχής, βάζοντας τις κρατικές οντότητες σε ένα πιο παρεμβατικό ρόλο ο οποίος περίπου αμφισβήτησε τις βασικές αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Πιστεύετε ότι η Ευρώπη, αλλά και η Ελλάδα κινδυνεύουν από αυτή την εξέλιξη;
Στη λεγόμενη «εποχή της διακινδύνευσης», ο πολλαπλασιασμός των «ασύμμετρων απειλών», όπως οι υγειονομικές κρίσεις (όπως η Covid), η τρομοκρατία ή οι φυσικές καταστροφές(με πιο πρόσφατα τα παραδείγματα από το ολέθριο πέρασμα του «Ιανού» ή τις καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου) έχουν μετατοπίσει το ρόλο του Κράτους, δίνοντας νέο νόημα στις έννοιες της δημόσιας ασφάλειας και της κρατικής παρέμβασης. Η ουσιώδης αλλαγή είναι ότι ο παραδοσιακός παρεμβατισμός σταδιακά μετατοπίζεται στις πολιτικές πρόληψης και διαχείρισης νέων κινδύνων και συνεχών κρίσεων. Αυτή η νέα ιεράρχηση επηρεάζει και την εσωτερική οργάνωση του Κράτους, η οποία πασχίζει να προσαρμοστεί στις προδιαγραφές της «προληπτικής ασφάλειας», ώστε ο κρατικός μηχανισμός να αντιδρά αποτελεσματικά στις κρίσεις.
Είναι,επίσης, γεγονός ότι σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες παρατηρείται μια στροφή στον παραδοσιακό παρεμβατισμό και την κεϋνσιανή αντίληψη για το ρόλο του Κράτους, που φανερώνει μια απομάκρυνση από το μοντέλο νεοφιλελεύθερης διαχείρισης. Καμία τάση, ωστόσο, δεν έχει ακόμη παγιωθεί, καθώς η ιστορία των οικονομικών κρίσεων διδάσκει ότι το «εκκρεμές» των καπιταλιστικών κοινωνιών εκτελεί μια διαρκή κίνηση μεταξύ της ενδυνάμωσης παρεμβατικών εθνικών πολιτικών μετά από κρίσεις και της αποδυνάμωσής τους στην περίοδο της ομαλοποίησης. Ποιο θα είναι το ακριβές περιεχόμενο του νέου παρεμβατισμού είναι δύσκολο να το προδικάσουμε τόσο στην Ευρώπη όσο και στη χώρα μας. Το μόνο που γνωρίζουμε με ασφάλεια είναι ότι η διορθωτική ρύθμιση της παγκοσμιοποίησης θα επιχειρήσει με κάθε τίμημα να θέσει υπό έλεγχο τις νέες παγκόσμιες εστίες διακινδύνευσης. Στη διεθνή συζήτηση για τη μεθοδολογία του κρατικού παρεμβατισμού, η άποψη που κερδίζει έδαφος είναι αυτή του επιχειρησιακού «πραγματισμού» που χαρακτήρισε τη διαχείριση της πρώτης φάσης της κυρίως υγειονομικής κρίσης. Τότε κυριάρχησε η λογική του «whatever it takes», ωθώντας τα κράτη «να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν», δηλαδή να αξιοποιήσουν κάθε δυνατή λύση σε επίπεδο πρόληψης, ενημέρωσης και άσκησης πειθούς, για να περιορισθεί η πανδημία. Δυστυχώς, στην έννοια του «whatever it takes», εντάχθηκαν ατυχώς και οι υπέρμετροι περιορισμοί των δικαιωμάτων συλλογικής έκφρασης, όπως περιγράφω στο προηγούμενο βιβλίο μου για την πανδημία.
Τι είναι τελικά για σας το «Επιτελικό Κράτος»;
Από τις ποικίλες εκδοχές στη διεθνή εμπειρία και πρακτική αποδίδω έμφαση σε εκείνο το «παράδειγμα» που κυριάρχησε στην ανεπτυγμένη Δύση μετά από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 ή, εναλλακτικά, μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Το αποτελεσματικό Επιτελικό Κράτος είναι η μορφή κρατικής οργάνωσης που αντιστοιχεί στην εποχή των νέων κινδύνων. Δεν είναι το «ελάχιστο Κράτος» της νεοφιλελεύθερης αντίληψης, αλλά το στοχευμένα παρεμβατικό Κράτος που μπορεί να αναθέτει ρόλους, να κατανέμει πόρους και να συντονίζει τα διαφορετικά επίπεδα δημόσιας δράσης .«Επιτελικό» είναι το Κράτος που μπορεί να εγγυηθεί τη συνολική ανθεκτικότητα της κοινωνίας, της οικονομίας και του περιβάλλοντος έναντι των κρίσεων και της διαρκώς εντεινόμενης αβεβαιότητας.
Η «επιτελική ικανότητα» ταυτίζεται με την αποτελεσματική καθοδήγηση των δημόσιων πολιτικών. Αυτό σημαίνει ότι το Κράτος λειτουργεί ως «στρατηγός» των πόρων και δυνατοτήτων του, υιοθετώντας τη «στρατηγική» προσέγγιση και πρόβλεψη σε όλα τα πεδία παρέμβασής του.Ο νέος αυτός ρόλος αυξάνει δραματικά το μέτρο ευθύνης των κυβερνήσεων να επινοούν διαρκώς πολιτικές για τη δημόσια ασφάλεια, καθώς και να κινητοποιούν μέσα και πόρους που θα ανακόπτουν την πορεία ολοένα και περισσότερο απρόβλεπτων κρίσεων.
Πώς σχετίζεται το Επιτελικό Κράτος με τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς; Είναι η αυτοδιοίκηση ο θεσμός που μπορεί να εγγυηθεί την αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων και τη λειτουργία των πυλώνων της δημοκρατίας, ακόμα και σε περιβάλλον πανδημίας;
Το Επιτελικό Κράτος προϋποθέτει τη συμπληρωματική δράση των διαφορετικών διοικητικών επιπέδων. Η στενή δικτύωση Κράτους, Αυτοδιοίκησης, ιδιωτικής οικονομίας και κοινωνίας των πολιτών είναι αλληλένδετη με την ανάγκη της συνεργατικής απόκρουσης των νέων κινδύνων, όπως αναγνωρίζουν τα ίδια τα συλλογικά όργανα της Αυτοδιοίκησης στη χώρα μας (ΚΕΔΕ και ΕΝΠΕ). «Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση» εν ώρα κρίσης, είτε πρόκειται για την πανδημία είτε για φυσικές καταστροφές, σημαίνει ότι η συνεργασία πρέπει να ξεκινά από το σχεδιασμό της πρόληψης και τη διασφάλιση της επιχειρησιακής ετοιμότητας μέχρι τη συντονισμένη κινητοποίηση φορέων και πόρων στις expost δράσεις αποκατάστασης ή δημόσιας μέριμνας για τα θύματα της κρίσης. Τα παραδείγματα του «Ιανού» και των πυρκαγιών επιβεβαιώνουν αυτή την παρατήρηση, καθώς φανερώνουν ότι το σημερινό σύστημαπολιτικο-διοικητικής οργάνωσης είναι αδικαιολόγητα υπερσυγκεντρωτικό και αποστερεί συστηματικά το τοπικό και περιφερειακό επίπεδο από κάθε δυνατότητα ουσιαστικής δράσης στις ποικίλες φάσεις μιας κρίσης. Ελπίζω ο δήμαρχος και ο περιφερειάρχης να αναδείξουν σήμερα αυτή τη διάσταση στις παρεμβάσεις τους. Αυτός ο ολοφάνερα ατελέσφορος συγκεντρωτικός χαρακτήρας του συστήματος επιβιώνει μάλιστα εις πείσμα κάθε απόπειρας μεταρρύθμισής του σε μια πιο αποκεντρωμένη, συμμετοχική και δημοκρατική κατεύθυνση.
Επανέρχεται, έτσι, δυναμικά στο προσκήνιο το αίτημα για νέες διαδικασίες παραγωγής πολιτικής, που δεν θα εξαντλούνται στο στενό κύκλο των κάθε λογής «ειδικών» και «αξιωματούχων» αλλά θα ενεργοποιούν τα «δίκτυα διαμόρφωσης πολιτικής» στην κοινωνία και τους συλλογικούς φορείς. Το πρόταγμα της «συμμετοχικής- δημοκρατικής διοίκησης», με την ανάδειξη του πρωταγωνιστικού συντονιστικού ρόλου της Αυτοδιοίκησης, αναδεικνύεται ως κυρίαρχο. Σήμερα έχουμε ανάγκη από μια νέα ατζέντα δημόσιων πολιτικών, με κέντρο αναφοράς τους Δήμους και τις Περιφέρειες, που θα θωρακίζουν το δημόσιο συμφέρον και τα δικαιώματα των πολιτών και θα δίνουν νέο ουσιαστικότερο περιεχόμενο στις «τεχνικές» και οργανωτικές διευθετήσεις του «Επιτελικού Κράτους». Η κεντρική ιδέα του βιβλίου μου είναι ότι η οργανωτική αναβάθμιση του πρωθυπουργικού Κέντρου Διακυβέρνησης έχει νόημα μόνο εάν συνδυάζεται με πιο αποκεντρωμένες και συλλογικότερες δομές λήψης των αποφάσεων, που υπερβαίνουν το πρότυπο της κλασικής ιεραρχικής δομής και δίνουν φωνή στους πολίτες και τη συλλογική τους έκφραση.
Η παλαιότερη εμπλοκή σας με την αυτοδιοίκηση, δημιούργησε μια πολιτική παρακαταθήκη. Θέλω να σας ρωτήσω αν η παρακαταθήκη αυτή είναι ακόμα ενεργή. Αν δηλαδή το πολιτικό κεφάλαιο που δημιουργήθηκε τότε, είναι πιθανό να εμφανιστεί ξανά στην Περιφέρεια Θεσσαλίας.
Η σχέση μου με την αυτοδιοίκηση παραμένει ενεργή τόσο σε βιωματικό όσο και σε θεωρητικό επίπεδο. Στοχάζομαι για την αυτοδιοίκηση, προσπαθώ να έχω επιστημονική παρέμβαση στα αυτοδιοικητικά θέματα και διδάσκω με αγάπη και προσήλωση τους φοιτητές μου σχετικά με τους τοπικούς θεσμούς και τα συνταγματικά τους θεμέλια. Η δε νομαρχιακή και περιφερειακή μου εμπειρία είναι το πολυτιμότερο εφόδιο που με προίκισε η διαδρομή μου εν όψει της αναγκαίας σύζευξης θεωρίας και πράξης στους ευαίσθητους τομείς της τοπικής δημοκρατίας και της περιφερειακής ανασυγκρότησης. Συνεχίζω, επίσης, να πιστεύω ότι η αυτοδιοίκηση αποτελεί το προσφορότερο πεδίο για την άσκηση σύγχρονων αναπτυξιακών και κοινωνικών πολιτικών. Ότι είναι ο πιο κρίσιμος κρίκος στην αλυσίδα της συμμετοχικής και δημοκρατικής αναζωογόνησης του πολιτικο-διοικητικού μας συστήματος. Υπάρχουν, ωστόσο, άλλοι αρμοδιότεροι εμού να εκτιμήσουν εάν έχω δημιουργήσει διακριτή «πολιτική παρακαταθήκη» ή «πολιτικό κεφάλαιο» στη δευτεροβάθμια αυτοδιοίκηση και το θεσσαλικό χώρο. Πάντως, για να νοστιμέψουμε λίγο τη συνέντευξη, δεν είναι λίγοι όσοι μου θυμίζουν σήμερα την απολύτως οριακή επικράτηση του Κώστα Αγοραστού στις εκλογές του 2010 (49,6% έναντι 50,4%). Μάλιστα, ένας εξ αυτών μου μετέφερε και μια διάσημη ρήση του Τόμας Έλιοτ που μέχρι πρότινος αγνοούσα: «Ποτέ δεν είναι αργά για να είσαι αυτό που ίσως θα ήσουν»… Για να μιλήσουμε πάντως σοβαρά, οι εκλογικές και πολιτικές εξελίξεις δεν συναρτώνται τόσο με προσωπικές επιλογές όσο με αντικειμενικούς συσχετισμούς στην κοινωνία, τα κόμματα και τους θεσμούς. Με άλλα λόγια, είναι οι υπαρκτές ανάγκες αντιπροσώπευσης που υποδεικνύουν τα πρόσωπα και όχι το αντίστροφο. Είναι γνωστό, εξάλλου, το ευφυολόγημα ότι «το μέλλον είναι προδιαγεγραμμένο» και ότι «μόνο το παρελθόν είναι απρόβλεπτο», καθώς υπόκειται σε πολλαπλές ερμηνείες, ενώ πάντα θα προβάλλονται διαφορετικές εκδοχές για το τι έχει όντως συμβεί…
Τελευταία ενημέρωση (13:36′)